Οι περιοχές της Χαλκιδικής εμφανίζουν γενικά υψηλότερη οργανική ουσία σε σύγκριση με την Αράχωβα, γεγονός που υποδηλώνει μεγαλύτερη γονιμότητα και πιθανώς υψηλότερη ικανότητα συγκράτησης υγρασίας. Σε αντίθεση, η Αράχωβα εμφανίζει μεγαλύτερη ποσότητα αζώτου, γεγονός που πιθανώς οφείλεται στον τρόπο και στα σκευάσματα λίπανσης. Το pH των εδαφών κυμαίνεται από ελαφρώς όξινο έως ουδέτερο, με τις μεγαλύτερες τιμές να καταγράφονται στους σταθμούς της Χαλκιδικής, ενώ η Αράχωβα παρουσιάζει μικρότερη διακύμανση. Η ηλεκτρική αγωγιμότητα, που σχετίζεται με τη συγκέντρωση αλάτων στο έδαφος, παρουσιάζει υψηλότερες τιμές στην Αράχωβα, κάτι που ενδέχεται να επηρεάζει την πρόσληψη θρεπτικών στοιχείων από τα ελαιόδεντρα.


Όσον αφορά τις μικροκλιματικές παραμέτρους, η Αράχωβα καταγράφει χαμηλότερες θερμοκρασίες σε σχέση με τη Χαλκιδική. Η βροχόπτωση διαφοροποιείται έντονα μεταξύ των περιοχών, με τη Χαλκιδική να δέχεται μεγαλύτερες ποσότητες στα πεδινά της αλλά τις μικρότερες στα ημιορεινά της, κάτι που μπορεί να συμβάλλει στη διαφοροποίηση του υδατικού στρες των δέντρων και να επηρεάζει την ποιότητα του λαδιού. Η υψηλότερη ηλιακή ακτινοβολία στην Αράχωβα υποδηλώνει μεγαλύτερη έκθεση των ελαιόδεντρων στο φως, παράγοντας που επηρεάζει τη φωτοσύνθεση και τη συγκέντρωση πολυφαινολών στο τελικό προϊόν. Οι διαφορές στις κλιματικές συνθήκες, σε συνδυασμό με τις εδαφολογικές διαφοροποιήσεις, δημιουργούν διαφορετικά «terroir» που ενδέχεται να προσδίδουν μοναδικά ποιοτικά χαρακτηριστικά στο παραγόμενο ελαιόλαδο σε κάθε περιοχή.